Άχαρο και άβολο πράγμα να πρέπει να καμώνεσαι ξανά και ξανά τον δήθεν έκπληκτο, κάθε φορά που συλλαμβάνονται "κλέπτοντες οπώρας" όσοι "κατέστησαν περήφανο το Έθνος" με κατεργαριές που αποτελούσαν κοινό μυστικό.

Όμως η συλλογική υποκρισία ως προς την ντόπα δεν περιορίζεται μόνο στο ότι παριστάναμε πως δεν βλέπαμε τόσον καιρό τον "ελέφαντα μες στο δωμάτιο", κατά πως το θέλει η αμερικάνικη έκφραση. Αφορά και το ότι, άπαξ και ξεμυτίσει το σκάνδαλο, σπεύδουμε να μιλήσουμε για "καταδικαστέα περιθωριακά φαινόμενα", τόσο… περιθωριακά όσο δώδεκα ντοπαρισμένοι αρσιβαρίστες επί συνόλου δέκα τεσσάρων. Ή ότι ανασύρονται ως γραμμή άμυνας από επίσημα χείλη οι συστάσεις να αποφεύγεται η "ισοπέδωση των πάντων", όταν στον κόσμο κυκλοφορεί απλώς το κυνικότερο επιχείρημα ότι "μας κάρφωσαν οι ανταγωνίστριες αθλητικές υπερδυνάμεις που είναι σε αυτά πολύ χειρότερες".

Κυρίως, όμως η υποκρισία κορυφώνεται όταν καταγγέλλεται η ντόπα ως παραβίαση και ακύρωση του αθλητικού ιδεώδους, ενώ αποτελεί την βαθύτερη αλήθειά του.

"Γρηγορότερα. Ψηλότερα. Δυνατότερα". Αυτό είναι το έμβλημα του σύγχρονου (πρωτ)αθλητισμού, που άλλωστε -το ξέρουμε πια πολύ καλά- δεν έχει καθόλου να κάνει ούτε μετην άδολη χαρά του παιχνιδιού ούτε με την άσκηση των σωμάτων του γενικού πληθυσμού, αλλά με το θέαμα, την κερδοφορία, τον ανταγωνισμό ή το εθνικό γόητρο.

Θεμέλιο του προσοδοφόρου αυτού θεάματος είναι η λογική της ποσοτικοποιημένης επίδοσης, του ρεκόρ, της πάση θυσία νίκης, της εργαλειακής αντιμετώπισης του σώματος με όρους διαρκούς υπέρβασης των ορίων του. Η "χημική ενίσχυση" φαντάζει, στο φόντο αυτό, ως αναπόφευκτη λογική συνέπεια.

Για αυτό και ο (πρωτ)αθλητισμός αποτελεί ένα φαινόμενο πρωτίστως νεωτερικό, αφού ενσαρκώνει την κατεξοχήν επιδίωξη του σύγχρονου καπιταλισμού: την απεριόριστη αποδοτικότητα, χωρίς ηθικές αναστολές και με ηθελημένη άγνοια κινδύνου. Ό,τι καταναλώνουν στις τηλεοπτικές τους οθόνες οι πολλοί, ως επίτευγμα των αθλητικών ειδώλων, δεν είναι ουσιωδώς διαφορετικό από αυτό που τους ζητείται, αν και με ταπεινότερη ανταμοιβή, εκτός ελεύθερου χρόνου: "Γρηγορότερα. Ψηλότερα. Δυνατότερα".

Για αυτό επίσης και η λογική της ντόπας διαπερνά τόσες άλλες εκφάνσεις του κοινωνικού βίου, πέραν του αθλητισμού: Prozac για τη χαμένη ευδιαθεσία, Viagra για τη σεξουαλική δυσλειτουργία, Xenical για την άχαρη σιλουέτα, Lexotanil για τον ύπνο, Ritalin για το δύστροπο, "υπερκινητικό" τέκνο, βιταμινούχα συμπληρώματα για την "υπερκόπωση", ανατολίτικα μαντζούνια για την "ισορροπία του οργανισμού", αντιβιοτικά και αντιφλεγμονώδη με το σωρό, στατίνες (προληπτικώς) για την καταπολέμηση των επιπτώσεων του junk foodή θυμοσταθεροποιητικά ("προληπτικώς" πάντοτε!) για την διακύμανση της διάθεσης. Αλλά επίσης, όταν δεν μας πολυπροσέχουν "αι αρχαί", και πρέζα, κόκα, LSD ή Ecstasy για το άγριο ξεφάντωμα, την "ντάγκλα", το "τριπ" ή τον κοινό εθισμό.

Μια θηριώδης φαρμακευτική βιομηχανία, επικερδέστερη ακόμη και της αθλητικής μπίζνας, προπαγανδίζει νυχθημερόν αυτό ακριβώς που υποτίθεται ότι καταδικάζουμε (ως αθέμιτο, παράνομο και επικίνδυνο) στο αθλητικό ντόπινγκ ή στην εξάρτηση από απαγορευμένες ουσίες: ότι, δηλαδή, για όλα υπάρχει μία χημική λύση, προκειμένου η ζωή να συνεχίζεται φρενήρης, άμετρη, και προ πάντων "αποδοτική".

Το μετάλλιο με οποιονδήποτε τρόπο. Η πρωτιά με οποιοδήποτε κόστος. Το χρηστικό και το εξαργυρώσιμο υπεράνω όλων. Ο νικητής τα παίρνει όλα και ο χαμένος τίποτα. Με αυτές τις ιδέες δεν "ντοπαριζόμαστε" παιδιόθεν, εντός και εκτός γηπέδων; Στην "υποβοήθηση" θα διστάσουμε; Δεν είναι άλλωστε λαμπροί και απολύτως πραγματικοί οι "χημικοί Παράδεισοι" των αθλητικών αστέρων;

Παρατηρούσε πικρόχολα φίλος ψυχίατρος, ότι κακώς συνωστίζονται οι τοξικομανείς στις λεγόμενες "λίστες της ντροπής" ή "λίστες του θανάτου", αναμένοντας την εισδοχή τους σε κάποιο πρόγραμμα απεξάρτησης, ενώ θα μπορούσαν να έχουν γίνει αρσιβαρίστες, αφού η βουπρενορφίνη, την οποία χορηγεί ο ΟΚΑΝΑ, εντοπίσθηκε εν αφθονία διακινούμενη πέριξ των προπονητηρίων.

Άραγε δεν ηχεί πια γκροτέσκο το παλιότερο σλόγκαν: "Ναι στον αθλητισμό. Όχι στα ναρκωτικά";